Δέκα πληγές του Φαραώ

Δέκα πληγές του Φαραώ
Ονομασία ισάριθμων υπερφυσικών γεγονότων που, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, συντελέστηκαν στην Αίγυπτο για να αποδειχτεί η ανωτερότητα του θεού των Ισραηλιτών. Οι θεομηνίες αυτές είναι: 1) τα νερά του Νείλου μετατράπηκαν σε αίμα, τα ψάρια νεκρώθηκαν και οι Αιγύπτιοι αναγκάστηκαν να ανοίξουν βαθιά πηγάδια για να βρουν νερό· 2) οι βάτραχοι πολλαπλασιάστηκαν υπερβολικά μέσα σε μία ημέρα, εισβάλλοντας ακόμα και στο δωμάτιο του Φαραώ· 3) σύννεφα από ακρίδες επισκίασαν τον ήλιο και κατέστρεψαν τα σπαρτά· 4) άνθρωποι και ζώα υπέφεραν από τα τσιμπήματα σκνιπών· 5) τρομακτικές καταστροφές προκλήθηκαν από έντομα, τα οποία η Βίβλος ονομάζει αρόβ· 6) όλα τα ζώα ψόφησαν από τη λοιμώδη αρρώστια επιζωοτία· 7) χαλάζι, αστραπές, βροντές και κεραυνοί προξένησαν μεγάλες ζημιές και άπειρα θύματα· 8) εξανθήματα κάλυψαν το σώμα όλων των Αιγυπτίων· 9) βαθύ σκοτάδι κάλυψε ολόκληρη την Αίγυπτο· 10) πέθαναν ξαφνικά όλα τα πρωτότοκα παιδιά των Αιγυπτίων και όλα τα πρωτότοκα ζώα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πληγές του Φαραώ — Bλ. λ. Δέκα πληγές του Φαραώ …   Dictionary of Greek

  • δέκα — Άκλιτο, απόλυτο αριθμητικό (10). δέκα . Πρώτο συνθετικό λέξεων, που χρησιμοποιείται για τον σχηματισμό πολλαπλών μονάδων, των οποίων η πολλαπλότητα είναι ίση με 10. Συμβολίζεται διεθνώς με da (π.χ. 1 dam = 10 μ.). Στην οργανική χημεία, ως πρώτο… …   Dictionary of Greek

  • φαραώ — Τίτλος των βασιλιάδων της Αιγύπτου, που διατηρήθηκε έως την περσική κατάκτηση από τον Καμβύση. Ο όρος προήλθε από την αιγυπτιακή φράση Πέραα, που σημαίνει το μεγάλο οίκημα, το ανάκτορο, και μεταφορικά το βασιλιά. Ο Ιώσηπος λαθεμένα υποστήριζε πως …   Dictionary of Greek

  • πληγή — η 1. τραύμα, χτύπημα, έλκος: Γέμισε το σώμα του πληγές. 2. μτφ., δυστυχία, συμφορά, δυσκολία, ενόχληση, εμπόδιο: Οι δέκα πληγές του Φαραώ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πληγή — η, ΝΜΑ, και δωρ. τ. τιλαγά, Α 1. το αποτέλεσμα τού πλήττω με οποιοδήποτε μέσο ή όργανο, ιδίως με όπλο, τραύμα (α. «πληγή από σφαίρα» β. «πληγή από αμβλύ όργανο» γ. «πληγαῑς ἀφορήτοις σου καταξανθέντος τοῡ σώματος ὅλου τε», Μηναί δ. «πληγὰς… …   Dictionary of Greek

  • έξοδος — Το δεύτερο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, το οποίο αφηγείται την Έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο ύστερα από αιώνες δουλείας. Τα γεγονότα που αναφέρει η Έ. διαδραματίστηκαν, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ειδικών μελετητών, περίπου τον 13o αι. π …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”